ΘΕΜΑΤΟΦΥΛΑΚΕΣ ΛΟΓΩ ΤΕΧΝΩΝ Περιοδικό Τεχνών Συνέντευξη – Κατερίνα Μουρίκη
Ρωτάει η Αγγελίνα Παπαθανασίου
Σήμερα στους Θεματοφύλακες Λόγω Τεχνών, έχουμε τη χαρά να φιλοξενούμε τη συγγραφέα παιδικής λογοτεχνίας κυρία Κατερίνα Μουρίκη, με διακρίσεις και πολλά παιδικά βιβλία στο ενεργητικό της. Ελάτε να τη γνωρίσουμε.
Καλησπέρα σας, κυρία Μουρίκη. Σας ευχαριστώ πολύ για τη συνέντευξη που μας παραχωρείτε. Είστε πολυγραφότατη. Έχετε συνεργαστεί με πολλούς εκδοτικούς οίκους, έχετε λάβει διακρίσεις για κάποιες από τις ιστορίες σας. Πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με τη συγγραφή παιδικών βιβλίων;
Κ.Μ. Από τα πρώτα χρόνια της σχολικής μου ζωής είχε εκδηλωθεί το ενδιαφέρον μου για τον γραπτό λόγο. Είχα ημερολόγιο όπου έγραφα ό,τι αξιοσημείωτο συνέβαινε στη ζωή μου. Επίσης, ένα τετράδιο όπου σημείωνα όμορφες φράσεις από τα βιβλία που διάβαζα μανιωδώς ή, ακόμα, κάτι ιδιαίτερο που άκουγα από τους μεγαλύτερους. Στην εφηβεία μου έγραφα ποιήματα, όπως όλα σχεδόν τα κορίτσια της εποχής μου. Όμως ποτέ δεν είχα σκεφτεί ότι θα γινόμουν συγγραφέας. Ο κατάλογος των επαγγελματικών μου στόχων ήταν μακρύς και πολυποίκιλος. Ήθελα να γίνω μαγείρισσα, ηθοποιός, γιατρός, ιεραπόστολος και ό,τι άλλο κατέβαινε στο παιδικό μου κεφαλάκι. Τελικά σπούδασα Χημεία, Στατιστική, αλλά ανέβηκα και στο σανίδι του θεάτρου για μερικά φεγγάρια. Ωστόσο, ο ρόλος της ζωής μου ήταν αυτός της μητέρας, και πρόσφατα της γιαγιάς.
Όταν τα παιδιά μου ήταν μικρά, μας άρεσε να φτιάχνουμε μαζί παραμύθια. Ήταν ένα παιχνίδι που μας έδενε, μας ψυχαγωγούσε και έκανε τις ώρες μας ποιοτικές. Πλέκαμε με τη φαντασία μας ιστορίες που δεν ξέραμε πού θα μας βγάλουν. Όταν οι ιστορίες μας ολοκληρώνονταν, τις κατέγραφα με σκοπό να τις δώσω κάποτε στα παιδιά μου ως ενθύμια αυτών των τόσο γλυκών και δημιουργικών στιγμών. Καθώς τις έγραφα από την αρχή, άθελά μου, έκανα μικρές παρεκκλίσεις από το αρχικό -άτεχνο- κείμενο. Πρόσεχα τον λόγο, σμίλευα τις προτάσεις για να αποκτήσουν σφιχτή ροή, παραστατικότητα και σαφήνεια. Έτσι, χωρίς να το καταλάβω, ξύπνησε μέσα μου ο «συγγραφέας».
Το 1984, μετά από παρότρυνση μιας συναδέλφου στην Έδρα Γενικής Χημείας του Γεωπονικού Πανεπιστήμιου όπου εργαζόμουν, έλαβα μέρος στον ετήσιο λογοτεχνικό διαγωνισμό της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς. Ήρθε ένας Έπαινος. Μετά ένα συμβόλαιο από έναν εκδοτικό οίκο και ύστερα ακολούθησε πολλή δουλειά, ώσπου να πείσω τον εαυτό μου ότι είμαι πια συγγραφέας. Και η δουλειά συνεχίζεται…
Έχετε αναφερθεί σχεδόν σε όλα τα θέματα που προβληματίζουν τα παιδιά αλλά και τους γονείς. Από την οικολογία μέχρι τον αυτισμό. Στα παιδιά πρέπει να μιλάμε για όλα; Στο εξωτερικό, οι συγγραφείς το κάνουν. Έχω την αίσθηση όμως ότι οι Έλληνες συγγραφείς διστάζουν να μιλήσουν για δύσκολα θέματα. Είναι και δική σας αίσθηση ή εγώ κάνω λάθος;
Κ.Μ. Την τελευταία δεκαετία, οι Έλληνες συγγραφείς μιλούν συχνά για θέματα που παλαιότερα θεωρούνταν ταμπού. Η ενδοσχολική βία, ο ρατσισμός και η ξενοφοβία, το προσφυγικό πρόβλημα, το διαζύγιο, ακόμα και ο θάνατος αποτελούν θέματα της παιδικής λογοτεχνίας και μάλιστα με μεγάλη ανταπόκριση από τους μικρούς αναγνώστες.
Συμφωνώ απόλυτα με αυτή τη στροφή που έκανε η παιδική λογοτεχνία. Πιστεύω απόλυτα ότι μπορούμε να μιλήσουμε στο παιδί για οποιοδήποτε θέμα, αρκεί ο λόγος μας να σέβεται την τρυφερή ψυχή του. Το κάθε «δύσκολο» θέμα πρέπει να δίνεται με ένα «εύρημα». Έναν έξυπνο και εύπεπτο τρόπο που, ενώ δεν αποκρύπτει την αλήθεια, γίνεται αποδεκτός από τον μικρό αναγνώστη. Και βεβαίως, πάντα να αφήνουμε ένα φως αισιοδοξίας στην ιστορία μας. Η πίστη στον άνθρωπο, η συνεργασία, η αποδοχή του διαφορετικού είναι οι αισιόδοξοι αντίποδες σε κάθε δυσκολία στη ζωή. Ακριβώς αυτό κάνει η λογοτεχνία. Αναπαράγει τη ζωή, αλλά μέσα από το πρίσμα της αισιοδοξίας και των ηθικών αξιών.
Σε κάθε κείμενο υπάρχουν οι αντίρροπες δυνάμεις που συγκρούονται, κονταροχτυπιούνται, ώσπου έρχεται η κάθαρση. Άλλοτε άμεσα και ξεκάθαρα κι άλλοτε αφήνεται η υποψία ότι αυτό θα συμβεί κάποια μελλοντική στιγμή. Το φως της αισιοδοξίας πρέπει τελικά να φτάνει στην ψυχή του παιδιού.
Τα τελευταία χρόνια, πολλοί συγγραφείς επιλέγουν την αυτοέκδοση. Αρκετές φορές φτάνουν στα παιδιά βιβλία χωρίς κάποια λογοτεχνική αξία, ακόμα και με λάθη συντακτικά και ορθογραφικά. Σας ενοχλεί ο τρόπος με τον οποίο κάποιοι αντιμετωπίζουν την παιδική λογοτεχνία;
Κ.Μ. Το όνειρο κάθε δημιουργού είναι να εκδοθεί το έργο του. Αν στις πρώτες συναντήσεις του με τους εκδότες ατυχήσει, αρχίζει να σκέφτεται την αυτοέκδοση και συχνά καταφεύγει σε αυτή. Είναι πολύ ανθρώπινη και σεβαστή η επιθυμία του. Ωστόσο το αποτέλεσμα συχνά είναι αποκαρδιωτικό. Οι εκδότες που δουλεύουν με αυτοεκδόσεις, προκειμένου να μειώσουν το κόστος παραγωγής, δεν δίνουν τη δέουσα βαρύτητα στη διόρθωση και επιμέλεια των κειμένων αφού δεν απασχολούν προσωπικό ειδικευμένο για αυτή τη δουλειά. Το αποτέλεσμα είναι να βλέπουμε βιβλία όπως τα περιγράψατε. Η παρουσία τέτοιων κειμένων πληγώνει τον χώρο της λογοτεχνίας και δίνει τροφή σε επιχειρήσεις που υπηρετούν το κέρδος και όχι τον πολιτισμό. Θα συμβούλευα τους επίδοξους συγγραφείς, αντί να καταφεύγουν σε αυτοχρηματοδοτούμενες εκδόσεις, να ξανακοιτάξουν το γραπτό τους και να προσπαθήσουν να το βελτιώσουν. Η μεγάλη αδυναμία των πρωτόλειων είναι συνήθως η αμετροέπεια. Προσπαθούμε να τα πούμε όλα μέσα σε ένα κείμενο, που καταντά φλύαρο και αποτρέπει τον εκδότη να δώσει μία θετική απάντηση για συνεργασία. Η λογοτεχνία θέλει δουλειά ατέλειωτη, αρετή και τόλμη. Οι αυτοεκδόσεις δεν είναι η καλύτερη λύση.
Αρκεί να σας αναφέρω ότι τα διεθνή προγράμματα υποτροφιών συγγραφέων δεν αναγνωρίζουν τις αυτοεκδόσεις ως επίσημη εργογραφία του δημιουργού, αφού ο καθένας μπορεί να πληρώσει και να βγάλει οποιοδήποτε κείμενο με τη μορφή βιβλίου και να υπογράφει ως συγγραφέας!
Μεγαλώσατε με αφηγήσεις παραμυθιών από τη Σμυρνιά γιαγιά σας. Σας συντροφεύουν όμορφες αναμνήσεις από την παιδική σας ηλικία. Να φανταστώ ότι κάνετε το ίδιο και με τα δικά σας εγγόνια;
Κ.Μ. Η γιαγιά Μαρία, Σμυρνιά στην καταγωγή, μας χόρταινε με μαγευτικά παραμύθια. Τα έλεγε μ’ έναν τρόπο που μαγνήτιζε την ψυχή μου. Τα πρόσωπα των ηρώων ζωντάνευαν και τα γεγονότα περνούσαν μπροστά από τα μάτια μου με τέτοιο παλμό, που θαρρούσα ότι τα είχα ζήσει κι εγώ. Αν και έχει περάσει μισός αιώνας από τότε, θυμάμαι ακόμη εκείνες τις ιστορίες και νιώθω το ίδιο ρίγος που δονούσε το παιδικό κορμί μου όταν τις πρωτάκουγα.
Το DNA που μου κληροδότησε και οι συναρπαστικές ιστορίες της ήταν για μένα ο σπόρος της συγγραφικής μου δημιουργίας. Ως μητέρα συνέχισα την οικογενειακή παράδοση με τα παιδιά μου, και τώρα πια ως γιαγιά την απολαμβάνω με τα εγγόνια μου. Μάλιστα ο μεγάλος εγγονός μου, ηλικίας πέντε χρόνων, έχει αρχίσει ήδη να γράφει τα δικά του παραμύθια!
Πόσο σημαντικό είναι να διαβάζουμε ή να αφηγούμαστε παραμύθια στα παιδιά;
Κ.Μ. Είναι πολύ σημαντικό να διαβάζουμε στο παιδί μας από τη βρεφική του ηλικία. Και εννοώ τις πρώτες μέρες της ζωής τους. Το «παραμυθάκι της συντροφιάς ή της καληνύχτας» ας μας γίνει μια γλυκιά συνήθεια που θα μας δέσει με το μωρό μας και θα προλειάνει τη μελλοντική σχέση του με το βιβλίο. Αν εφαρμόσουμε αυτή τη μέθοδο με συνέπεια και διάρκεια, όταν το παιδί μας θα φτάσει σε ηλικία να πάει σχολείο είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα αρχίσει να διαβάζει από πολύ νωρίς, θα αναπτύξει την ενσυναίσθηση, θα αποκτήσει ένα πλούσιο λεξιλόγιο, άριστη εκφραστική ικανότητα και οι επιδόσεις του στα μαθήματα θα είναι μεγαλύτερες από κάθε προσδοκία.
Πριν από λίγο καιρό, βρεθήκατε στην Κίνα με αφορμή ένα συνέδριο. Θέλετε να μας μιλήσετε για αυτή τη μοναδική εμπειρία; Να φανταστώ ότι το ταξίδι αυτό θα σας δώσει έμπνευση για νέες ιστορίες με άρωμα Άπω Ανατολής;
Κ.Μ. Είχα τη μεγάλη τύχη να πάω στην Κίνα και μάλιστα δύο φορές ως υπότροφη συγγραφέας. Το 2018 κέρδισα μία δίμηνη υποτροφία για τη Σαγκάη στο πλαίσιο του International ShanghaiWriter’sProgram. Ήμασταν μία δωδεκαμελής ομάδα συγγραφέων από διάφορες χώρες της Ασίας και της Ευρώπης. Από την Ελλάδα ήμασταν τρεις συγγραφείς. Συγκεκριμένα ο κ. Δημήτρης Σωτάκης, η κ. Έρση Σωτηροπούλου και εγώ. Το πρόγραμμα περιλάμβανε συναντήσεις μας με φοιτητές διαφόρων Πανεπιστημίων, με τους οποίους κάναμε ελεύθερες συζητήσεις πάνω στην εργογραφία μας, αλλά και στις μεθόδους της συγγραφικής μας δημιουργίας.
Το 2019 έλαβαμέροςστο 5th International Writing Program of Lu Xun Academy of Literature. Είχα την τιμή να είμαι η μόνη Ελληνίδα της εννεαμελούς ομάδας των υποτρόφων συγγραφέων. Η παραμονή μας ήταν για έναν μήνα και περιλάμβανε επίσης συναντήσεις μας με φοιτητές της Ακαδημίας, αλλά και άλλων Πανεπιστημίων, καθώς επίσης και ενεργή συμμετοχή μας στο Διεθνές Συνέδριο Ποίησης. Εκεί τα πράγματα ήταν κάπως πιο δύσκολα, δεδομένου ότι οι συζητήσεις μας δεν ήταν ελεύθερες αλλά έπρεπε κάθε εβδομάδα να ετοιμάζουμε ένα δοκίμιο 1500 λέξεων με συγκεκριμένο θέμα, το οποίο μας το έδιναν τη Δευτέρα και την Παρασκευή έπρεπε να το έχουμε στείλει στη Γραμματεία της Ακαδημίας προς μετάφραση στα Κινέζικα. Αυτό πρακτικά σημαίνει πολλή δουλειά και ελάχιστος ύπνος! Όσο για τις συναντήσεις με τους φοιτητές, έχω να πω ότι γίνονταν μία φορά την εβδομάδα, αλλά διαρκούσαν 4-5 ώρες χωρίς διάλειμμα!
Ωστόσο το περιβάλλον με ενέπνευσε τόσο, που μέσα σε όλη αυτή την πίεση και το τρέξιμο κατάφερα να γράψω και ένα παραμύθι, το οποίο παρουσίασα στο κανάλι του Πεκίνου. Την επόμενη ημέρα έλαβα στον υπολογιστή μου μία πρόσκληση από ένα Πανεπιστήμιο και έναν κινεζικό εκδοτικό οίκο που μου ζήτησαν συνεργασία.
Θα ήταν αγνωμοσύνη να μην αναφέρω ότι η φιλοξενία, οι ξεναγήσεις και οι πολιτιστικές επισκέψεις σε ιστορικές πόλεις ήταν απλόχερες και απερίγραπτου πολιτιστικού επιπέδου. Έχω ταξιδέψει σε όλες τις ηπείρους και έχω φιλοξενηθεί σε Διεθνή Κέντρα Λογοτεχνών από τη Σουηδία μέχρι την Αργεντινή. Όμως αυτή η παραμυθένια πολυτέλεια, η λεπτομερής οργάνωση και η ασύλληπτη ευγένεια των ανθρώπων που μας περιστοίχιζαν ήταν κάτι πρωτόγνωρο για όλους τους υπότροφους.
Αυτή την περίοδο υπάρχουν νέοι ήρωες που σας βασανίζουν γλυκά και περιμένουν υπομονετικά να πάρουν σάρκα και οστά;
Κ.Μ. Πράγματι, αυτόν τον καιρό γράφω δύο κείμενα για δύο αγαπημένους εκδοτικούς οίκους. Βλέπετε, μετά από τριάντα έξι χρόνια συνεχούς συγγραφικής δημιουργίας έχω την ευλογία να κλείνω συμφωνίες με τους εκδότες μου πριν ακόμη ολοκληρώσω στο χαρτί τα βιβλία μου. Απλά τους έχω εξιστορήσει την υπόθεση έτσι όπως την έχω στο μυαλό μου. Θα έλεγα λοιπόν ότι «κυοφορώ» δύο βιβλία και ελπίζω με τη βοήθεια του Θεού να αξιωθώ να τα ολοκληρώσω στους προδιαγεγραμμένους χρόνους.
Λίγο πριν ολοκληρώσουμε τη συνέντευξη, θα θέλατε να πείτε κάτι στους αναγνώστες μας;
Κ.Μ. Θα ήθελα να πω σε κάθε επίδοξο συγγραφέα ότι πρέπει πρωτίστως να δουλέψει πολύ πάνω στην υπέροχη γλώσσα μας. Έτσι θα έχει στη φαρέτρα του ένα πλούσιο υλικό για να εκφράζεται με ευφράδεια και σαφήνεια. Να μη φλυαρεί. Να έχει γραμμή πλεύσης το γραπτό του και όχι να γράφει για να γεμίζει σελίδες. Να αποφεύγει τις γλυκερές εκφράσεις που υποβαθμίζουν τη νοημοσύνη των παιδιών και να μην καταφεύγει σε εύκολες λέξεις (καλό, κακό, μικρό, γλυκό κλπ.) ή σε πλήθος υποκοριστικών που προδίδουν αδυναμία.
Αν αποφασίσει να γράψει σε έμμετρο λόγο, θα πρέπει πρώτα να μελετήσει βαθιά τους κανόνες του μέτρου και της μετρικής.
Γενικά η συγγραφή απαιτεί ΑΓΑΠΗ. Και αγάπη σημαίνει ΑΦΟΣΙΩΣΗ, που εκφράζεται με ΠΟΛΛΗ ΔΟΥΛΕΙΑ και άλλο τόσο ήθος.
Κυρία Μουρίκη, σας ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο σας και σας εύχομαι καλή δημιουργική συνέχεια.
Επιμέλεια κειμένου: Ζωή Τσούρα